Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

Ξημερώνει

        Η ώρα έχει πάει 5..ξημερώματα Κυριακής.Άλλη μια νύχτα πέρασε με καλή παρέα και..pro!Επιστρέφω τώρα στον Πειραιά,θέλω περίπου μισή ώρα.Οι δρόμοι..οι λεωφόροι, έχουν λιγοστά αυτοκίνητα.Δροσερό αεράκι και ένα cd, μου κάνουν παρέα μέχρι το σπίτι.Στις στάσεις των λεωφορείων υπάρχει κόσμος.Μα που πάνε όλοι αυτοί οι κάθε ηλικίας άνθρωποι 5..5:30 η ώρα αξημέρωτα Κυριακής;Άλλοι με μια τσάντα στην πλάτη,άλλοι με έναν χαρτοφύλακα στα χέρια,άλλοι με τα..χέρια στη μέση έτοιμοι να ρίξουν κάνα διάολο για την αργοπορία του λεωφορείου,άλλοι με τα χέρια σταυρωμένα και σκεπτικοί,όμορφες παρουσίες επίσης..άλλοι..χαμογελαστοί,εύχαροι μετά τη βραδινή τους έξοδο.Ούτε ένας νυσταγμένος όμως!Δεν πέτυχα κάποιο χασμορητό εν ώρα..δράσης,ούτε κάποιο κεφάλι..πεσμένο και..κοιμώμενο όρθιο.
     Περνώντας απο την Πειραική,με την ώρα να έχει πάει πια σχεδόν 6,είχε αρχίσει να ξημερώνει.Πίσω μου.Μπροστά μου όμως,προς Πέραμα,Σαλαμίνα..τα φώτα παρέμεναν ανοιχτά.Πλησιάζοντας προς τη σχολή δοκίμων,είδα το ωραιότερο μπλέ που έχω δεί στη ζωή μου.Το μαύρο της νύχτας είχε αρχίσει να εξασθενεί,η μέρα ερχόταν.Απέναντι ξεπρόβαλαν σιγά σιγά ο γαλάζιος ουρανός και  το πορτοκαλο-κόκκινο του ήλιου που προμήνυε μια ακόμα ζεστή μέρα.Εδώ όμως ανάμεσα σε αυτά τα φωτεινά χρώματα και το μάυρο της νύχτας υπήρχε στη θάλασσα και στον ουρανό ένα βαθύ,έντονο μπλέ χρώμα που φωτιζόταν και αναδεικνυόταν απο τα φώτα του λιμανιού,των πλοίων και των ναυπηγείων.Ούτε σκούρο σαν..τσάντα polo,ούτε ανοιχτό σαν...τη συσκευασία της ΔΕΛΤΑ.Καθαρό μπλέ.
    Συνέχισα τη βόλτα μου,κατευθύνθηκα προς το λιμάνι.Περισσότερη κίνηση.Κάποια στιγμή,ακούω πίσω μου κάτι..κλαρίνα.Σε λίγα δευτερόλεπτα είχαν βρεθεί..δεκάδες μέτρα μπροστά μου μετά απο επικίνδυνους ελιγμούς.Στο επόμενο φανάρι βρεθήκαμε δίπλα δίπλα με τα..κλαρίνα.Μια προσωπικότητα σε κατάσταση μέθης,χάζευε γύρω στα αμάξια,αποζητώντας μια σπίθα,μια αφορμή για να πειράξει κάποιον-κάποια..και για ξύλο ίσως ακόμη.Το φανάρι ανάβει πράσινο,ο ήχος των..κλαρινέτων εξαφανίστηκε αστραπιαία,και ο Χάρος απο ψηλά,έτριβε τα χέρια του καθώς του έτρεχαν τα σάλια...
    Πέρασα απο τον Άγιο Φανούρη,απο Δραπετσώνα.Βρέθηκα σε ένα στενό κάπως πιο ψηλά με πλήρη ορατότητα προς το λιμάνι.Ένα μεγάλο κρητικό πλοίο,έκανε δύσκολες μανούβρες για να χωθεί στη θέση του.Το λιμάνι,ήταν αυτή τη στιγμή ένας τεράστιος καμβάς,γεμάτος χρώματα και φώτα απο τα διάφορα πλοία,συνοδευόμενο απο έναν..τρίχρωμο ουρανό.Με λίγο μαύρο,πολύ μπλέ και λιγο πορτοκαλί και κόκκινο προσφερόμενα απο τον ήλιο.Πήρα το δρόμο της επιστροφής.Λίγα λέπτα αργότερο,το λιμάνι τώρα έσφυζε απο ζωή.Άνθρωποι στα κάγκελα των πλοίων,στις μπουκαπόρτες,στους δρόμους με τις βαλίτσες ψάχνοντας μέσο να τους στείλει..γρήγορα στα κρεβάτια τους.Η κίνηση αυξήθηκε.Η νύχτα..πήγαινε για ύπνο.Και εγώ μαζί της.